Scroll Top
Αρχιτεκτονική
  • Home
  • Αρχιτεκτονική
title-icon-1
title-icon-2
Αρχιτεκτονική κληρονομιά της μαύρης σταφίδας
Καταγραφή του κτηριακού αποθέματος

Το κτηριακό απόθεμα της σταφίδας που σχετίζεται με την ιστορία της στις περιοχές παραγωγής υποδομές που είναι σε άμεση σχέση με την παραγωγή και εμπορία του προϊόντος (σταφιδαποθήκες, εργοστάσια, εργαστήρια, αρχοντικά εμπόρων κ.λπ.) αλλά και δημοσίων κτηρίων που δημιουργήθηκαν με βάση τα έσοδα και τον πλουτισμό από τις εμπορικές δραστηριότητες της σταφίδας.
Το κτηριακό αυτό απόθεμα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις τοπικές κοινωνίες, γιατί εκτός από την ιστορική και αρχιτεκτονική του αξία, αποτελεί ένα ζωτικής σημασίας κομμάτι του πολεοδομικού ιστού των πόλεων, άρα και της ζωής των πολιτών, και ταυτόχρονα ένα υλικοτεχνικό κεφάλαιο του οποίου η αξιοποίηση θα δώσει νέες προοπτικές ανάπτυξης και αναβάθμισης της οικονομικής ζωής και του αστικού περιβάλλοντος των πόλεων.

Τόποι, κτήρια, μνήμες

Η πόλη της Πάτρας, ως βασική πύλη της χώρας προς την Ευρώπη, ήταν ήδη από τον 19ο αιώνα το κύριο διαμετακομιστικό και εμπορικό κέντρο. Μέσω του λιμανιού της διακινούνταν μεγάλες ποσότητες εισαγώγιμων και εξαγώγιμων ευρωπαϊκών προϊόντων, με κυρίαρχο την μαύρη σταφίδα, που προερχόταν από την ευρύτερη περιοχή της Αχαΐας, της Κορινθίας και της Ηλείας.

Σε όλη την παραλιακή ζώνη της πόλης ιδρύθηκαν αποθήκες και σταφιδεργοστάσια, ενώ στο κέντρο ανεγέρθηκαν τα νεοκλασικά σπίτια των πλούσιων εμπόρων, πολλά από τα οποία σώζονται μέχρι σήμερα. Πάράλληλα, διάφορα κτήρια κτήρια δημιουργήθηκαν εξ αιτίας της σταφίδας και χρηματοδοτήθηκαν από αυτήν, όπως το Θέατρο Απόλλων, η Αγγλικανική εκκλησία κ.ά.

Πάτρα, πρώην σταφιδαποθήκες Μπάρυ, νυν ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Πάτρας.

Αίγιο, πρώην σταφιδαποθήκη Ευθ. Γάτου, νυν Γενικά Αρχεία του Κράτους – Γ.Α.Κ. Τοπικό Αρχείο Αιγίου.

Στο Αίγιο οι σταφιδαποθήκες της παραλιακής ζώνης είναι σημαντικά κτήρια για την ιστορική και αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της πόλης. Μεγάλα κυβόσχημα δρομικά λιθόκτιστα κτήρια του 19ου αιώνα εξυπηρετούσαν τις ανάγκες αποθήκευσης της σταφίδας, διευκολύνοντας τη μεταφορά και εμπορία της λόγω της γειτνίασής τους με το λιμάνι και τον σιδηρόδρομο. Οι εξωτερικές επιφάνειες των σταφιδαποθηκών, συχνά και οι εσωτερικές τους, παραμένουν χωρίς επιχρίσματα, με εμφανή την αργολιθοδομή τους, η οποία συχνά διανθίζεται με εύθετα κεραμικά ή σιδερένια διακοσμητικά στοιχεία και με ποικιλία αρμολόγησης. 

Μετά τα μέσα του 20ού αιώνα, με μειούμενη τη ζήτηση για τη σταφίδα, οι σταφιδαποθήκες άρχισαν σταδιακά να εγκαταλείπονται. Το 1974, τα ρημαγμένα κτήρια αποτέλεσαν ιδανικό σκηνικό για την εικόνα ερήμωσης της μετεμφυλιακής Ελλάδας, στην ταινία «Θίασος» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, αλλά και στα τελευταία πλάνα της ταινίας του «Μελισσοκόμος». Με την απαλλοτρίωση του 1977 πολλές αποθήκες, μνημεία βιομηχανικής κληρονομιάς, δυστυχώς κατεδαφίστηκαν μαζί με άλλα παλιά κτίσματα του λιμανιού.

Στον Πύργο υπάρχουν πολλά κτήρια που σχετίζονται με την παραγωγή της σταφίδας, όπως για παράδειγμα οι αποθήκες σταφίδας του ΑΣΟ, το Ινστιτούτο Σταφίδας, ο σιδηροδρομικός σταθμός αλλά και νεοκλασικές κατοικίες σταφιδεμπόρων καθώς και το θέατρο «Απόλλων» και η Δημοτική Αγορά. Η σιδηροδρομική γραμμή που αρχικά συνέδεε τον Πύργο με το Κατάκολο και είχε ένα σταθμό κοντά στο τότε κέντρο της πόλης επεκτάθηκε προς την Αρχαία Ολυμπία και προς την Πάτρα και δημιουργήθηκε ένας νέος σταθμός. Κοντά σε αυτούς τους σταθμούς και κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής ο ΑΣΟ κατασκεύασε αποθήκες για να εξυπηρετήσει τους σταφιδοπαραγωγούς.

Στο Κατάκολο, μεγάλο εξαγωγικό λιμάνι κάποτε, υπάρχουν ακόμα πολλά κτήρια, πρώην αποθήκες, σταφιδεργοστάσια, απεντομωτήριο σταφίδας και χώροι εμπορικής χρήσης, πολλά εκ των οποίων στεγάζουν πλέον cafe και εστιατόρια.

Πύργος, πρώην Ινστιτούτο σταφίδας ΑΣΟ, νυν Διεθνές Ινστιτούτο Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας «Σωσίπολις» (υπό ολοκλήρωση, 2025).

Καλαμάτα, πρώην κατάστημα και υπηρεσίες/γραφεία του ΑΣΟ Καλαμάτας, νυν ξενοδοχείο ASO Hotel (υπό κατασκευή, 2025).

Στην Καλαμάτα και την ευρύτερη περιοχή της Μεσσηνίας συναντούμε πολλές αποθήκες του Α.Σ.Ο. σταφιδεργοστάσια και διάφορα κτήρια ειδικής χρήσης (γραφεία και κτήρια διοίκησης).

Σε πολλά σημεία, όπως Μεσσήνη, Θουρία, Άρι Παμίσου κ.ά. συναντούμε σταφιδαποθήκες και εργοστάσια σταφίδας, κοντά σε σιδηροδρομικούς σταθμούς.

Στο Κιάτο Κορινθίας συναντούμε τις σημαντικές σταφιδαποθήκες  του Α.Σ.Ο., πρώην σταφιδεμπόρων Φρατζή (1890) στην παραλία, κοντά στο λιμάνι και στο τραίνο,

Ανάλογες αποθήκες συναντούμε και στο Ξυλόκαστρο και στο Βραχάτι Κορινθίας, πάντα δίπλα σε σιδηροδρομικούς σταθμούς.

Υπάρχουν ακόμα διατηρητέα αρχοντικά σταφιδεμπόρων, όπως στη Συκιά.

Βραχάτι Κορινθίας, πρώην σταφιδεργοστάσιο ΕΤ.ΠΑ.ΚΟ.  Α. Λαζανά, 1928

Ζάκυνθος, σταφιδεργοστάσιο Ε.Α.Σ. Ζακύνθου.

Στα νησιά της Ζακύνθου, Κεφαλονιάς και Ιθάκης σήμερα υπάρχουν ελάχιστα έως καθόλου δείγματα της αρχιτεκτονικής που σχετίζεται με τη σταφίδα, λόγω των καταστροφικών σεισμών του 1953, μια σεισμική ακολουθία από τρεις κύριους καταστροφικούς σεισμούς αυξανόμενης έντασης και περισσότερους από 135 μετασεισμούς, που έλαβαν χώρα από τις 9 έως τις 12 Αυγούστου και προκάλεσαν εκτεταμένες καταστροφές και στα τρία νησιά του Ιονίου. Ο αριθμός των θυμάτων ανήλθε σε 455 νεκρούς, 2.412 τραυματίες και 21 αγνοούμενους. Οι υλικές ζημιές και οι καταστροφές των κτηρίων από τους σεισμούς δεν είχαν προηγούμενο. 

Στην Κεφαλονιά, τόσο στο Αργοστόλι όσο και στο Ληξούρι, διασώθηκαν ελάχιστα κτήρια. 

Στην πόλη της Ζακύνθου μετά τον τρίτο σεισμό ξέσπασε πυρκαγιά και καταστράφηκαν μοναδικά μνημεία. Μόνο τέσσερα κτήρια επέζησαν: ο ναός του Αγίου Διονυσίου, το Σχολείο του Άμμου, το αρχοντικό του Σαρακίνη και το κτίριο που στεγάζει την Εθνική Τράπεζα.

Επανάχρηση κτηρίων και χώρων

Παλαιές κατοικίες, αποθήκες, εργοστάσια, κτηριακά συγκροτήματα, όλα αυτά τα δείγματα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς που έχουν επιβιώσει στον χρόνο, καλούνται πολλές φορές να υπηρετήσουν καινούργιες ανάγκες. Άλλα από αυτά εγκαταλείπονται για διάφορους λόγους (οικονομικούς, πολιτικούς, κοινωνικούς), μένοντας χώροι ανενεργοί και κενοί από οποιαδήποτε χρήση. Το ζήτημα της επανάχρησης των παλαιών αρχιτεκτονημάτων αποτελεί σημαντικό ζητούμενο και ελπίδα για τη διατήρηση της συλλογικής μνήμης. Οι στρατηγικές επανάχρησης δεν αφορούν μόνο την αρχιτεκτονική και περιβαλλοντική αποκατάσταση των κτηρίων αλλά και την ικανοποίηση κοινωνικών και πολιτιστικών στόχων.

Πάτρα, πρώην Μέγαρο σταφιδέμπορου Γαλανόπουλου, νυν ξενοδοχείο Bold Type Hotel.

Πάτρα, πρώην σταφιδεργοστάσιο Βουρλούμη, νυν κέντρο διασκέδασης Αστέρια, Θέατρο Όροφως

Οι νέες λειτουργίες των στοιχείων της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς μπορεί να εκπληρώνουν κάποιον από τους παρακάτω σκοπούς: κατοικία, εμπόριο, αναψυχή, ψυχαγωγία ή ακόμα και βιομηχανική χρήση. Ιδιαίτερα δημοφιλή, εδώ και αρκετά χρόνια, είναι παραδείγματα μνημείων βιομηχανικής κληρονομιάς που έχουν αποκτήσει πολιτιστική χρήση. Οι προσεγγίσεις σε αυτή την επανάχρηση μπορεί να είναι πιο επιχειρηματικές (στηρίζονται κατά κύριο λόγο σε οικονομικά κίνητρα και προσπαθούν να προσελκύσουν επενδύσεις θέτοντας σε δεύτερη μοίρα τους κοινωνικούς στόχους) ή πιο προοδευτικές (έχουν στόχο κυρίως την καταπολέμηση των ανισοτήτων μέσα από την επέκταση των πολιτιστικών δράσεων και των καλλιτεχνικών εκαιδευτικών προγραμμάτων στις γειτονιές). Μια τρίτη προσέγγιση, πιο δημιουργική, διατηρεί χαρακτηριστικά από τις δύο προηγούμενες. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που θεωρείται σημαντικό κατά την επανάχρηση είναι η διατήρηση της αυθεντικότητας και της ανάδειξης της ιστορικής μνήμης. Η επανάχρηση συνδέεται σίγουρα με την ανάπτυξη νέων θέσεων εργασίας και την οικονομική ανάπτυξη αλλά δεν πρέπει να βασιστεί στην εμπορευματοποίηση του πολιτισμού και της βιομηχανικής κληρονομιάς.

Αυτόνομος Σταφιδικός Οργανισμός

Αρκετά κτήρια είναι πρώην ιδιοκτησίας του Αυτόνομου Σταφιδικού Οργανισμού (Α.Σ.Ο). Ο Α.Σ.Ο. έπαιξε ρυθμιστικό ρόλο στην εμπορία της σταφίδας, παράλληλα με τους σταφιδοεξαγωγείς. Ήταν είναι ο μεγαλύτερος κρατικός οργανισμός και, ως διάδοχος της προνομιούχου εταιρείας, συνέχισε να επιτελεί με υπευθυνότητα το έργο που από την ίδρυσή του του είχε ανατεθεί.
Συστήθηκε με νομοθετικό διάταγμα στις 16/3/1925, σύμφωνα με τα Γαλλικά πρότυπα, το οποίο τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με νομοθετικά διατάγματα στις 26/11/1925 και 15/9/1926 και με τους νόμους 3455, 3457, 3458, του 1926. Επρόκειτο για αυτόνομη οικονομική οργάνωση που είχε ως σκοπό τη διαχείριση της κορινθιακής σταφίδας, συγκέντρωση και διάθεση και των πρώτων υλών οινοπνεύματος την παροχή γεωργοοικονομικοτεχνικών οδηγιών προς τους σταφιδοπαραγωγούς και τη λήψη μέτρων για την προστασία τους.
Κατά την ίδρυση του Α.Σ.Ο. έδρα του ορίσθηκε η Αθήνα, ενώ το 1953 μεταφέρθηκε στην Πάτρα.
Ο Α.Σ.Ο. ήταν γέννημα της διαχρονικής εμπειρίας της εφαρμοζόμενης κάθε φοράς κυβερνητικής πολιτικής στις μεθόδους προστασίας του εθνικού προϊόντος, κατάλληλος για την ανάληψη ρυθμιστικού έργου σε γεωργικά προϊόντα ή εκτέλεσης οικονομικών εργασιών γενικότερου ενδιαφέροντος για την εθνική οικονομία. Αποτελούσε την τελευταία λέξη της οικονομικής πολιτικής για την εποχή του σε θέματα συλλογικής δράσης για την εξυγίανση της οικονομίας ενός κλάδου παραγωγής.
Η ρύθμιση θεμάτων βασικών παραγωγικών κάδων της οικονομικής ζωής της Ελλάδας χρειαζόταν οργανώσεις συλλογικής δράσης με καθαρά «οικονομική αντίληψη». Ο Α.Σ.Ο. ως οργάνωση δεν μπορούσε και δεν έπρεπε να είναι ιδιωτική εταιρεία (ιδιωτικό δίκαιο) αλλά αυτοτελής οικονομική οργάνωση, η οποία δεν θα είχε ανάγκη εταιρικών κεφαλαίων και κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων. Το άρθρο 20 του νομοθετικού διατάγματος 10-12/8/1925 ανέφερε ότι ο ΑΣΟ ήταν κοινωφελές νομικό πρόσωπο. Ο Άρειος Πάγος απεφάνθη ότι είναι οργανισμός κοινής ωφελείας με την απόφαση 62/49. Το 1982 με νεώτερους νόμους υπάχθηκε στο δημόσιο τομέα (1232/82, 1256/82, 1982/92) με αποτέλεσμα να χάσει σε καίρια σημεία την αυτοδυναμία του, γι’ αυτό άλλωστε χαρακτηρίστηκε από τον Νόμο 1256/82 ως «Κρατικό Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου».
Το 1997 ο Α.Σ.Ο. διαλύθηκε και στη θέση του ιδρύθηκε στις 9/12/1998 μια Ανώνυμη Συνεταιριστική Εταιρεία, με τον διακριτικό τίτλο Σ.Κ.Ο.Σ. ΑΣΕ, η οποία συνέχισε το έργο του Α.Σ.Ο. και ανέλαβε τη διαχείριση της τεράστιας περιουσίας του.

Γενικά περί αρχιτεκτονικής και βιομηχανικής κληρονομιάς

Η αρχιτεκτονική κληρονομιά ως αναπόσπαστο στοιχείο της πολιτιστικής κληρονομιάς αντανακλά την ιστορία, την ταυτότητα και τη δημιουργικότητα ενός τόπου. Ως αρχιτεκτονική κληρονομιά νοούνται παραδοσιακά κτίρια, οικιστικά σύνολα, παραδοσιακοί οικισμοί, ιστορικά κέντρα πόλεων και γενικότερα τα στοιχεία του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος με ιδιαίτερη ιστορική, πολεοδομική, αρχιτεκτονική, λαογραφική, κοινωνική και αισθητική φυσιογνωμία και αξία. Όλα αυτά τα στοιχεία έχουν κατασκευαστεί για να εκπληρώσουν συγκεκριμένες λειτουργίες. Ταυτόχρονα όμως συμβολίζουν τις αξίες, τις πεποιθήσεις και τις φιλοδοξίες των κοινοτήτων που τα δημιούργησαν. Ουσιαστικά αντικατοπτρίζουν τη μνήμη μιας κοινότητας. Κάθε κτήριο, κάθε μνημείο, μπορεί να αφηγηθεί μια μοναδική ιστορία που συνδέει το παρελθόν με το παρόν.

Στην αρχιτεκτονική κληρονομιά εντάσσεται και η βιομηχανική κληρονομιά, η οποία αναφέρεται στο σύνολο των υλικών και άυλων στοιχείων που σχετίζονται με τη βιομηχανική δραστηριότητα του παρελθόντος, μαρτυρώντας την τεχνολογική και κοινωνική εξέλιξη. Η βιομηχανική κληρονομιά, σύμφωνα με τη Χάρτα του Nizhny Tagil, εκτός από τα κτίσματα περιλαμβάνει και τον βιομηχανικό εξοπλισμό: από τα παλιά εργαλεία ως τις πρώτες μηχανές, αλλά και τις διαδικασίες και τα μέσα μεταφοράς που χρησιμοποιήθηκαν, το έντυπο και αρχειακό υλικό, προφορικές μαρτυρίες, τεκμήρια των παραγόμενων προϊόντων αλλά και προσωπικά αντικείμενα των εργατών, έπιπλα ή διάφορα διακοσμητικά αντικείμενα.

Η καταγραφή και διαφύλαξη αυτής της κληρονομιάς έχει αξία για τον σύγχρονο άνθρωπο διότι παρέχει πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο ζωής και εργασίας των ανθρώπων σε προηγούμενες ιστορικές περιόδους. Η προστασία και ανάδειξη γενικότερα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς αποτελεί εξάλλου υποχρέωση της πολιτείας, όπως καθορίζεται στο άρθρο 24 (παράγραφος 6) του Συντάγματος. Μάλιστα, ως απόρροια των διεθνών υποχρεώσεων της χώρας, με τον νόμο 2039/1992 επικυρώθηκε η «Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Προστασία της Ευρωπαϊκής Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς», γνωστή ως «Σύμβαση της Γρανάδας» (1985), με την οποία προβλέπεται η υποχρέωση των συμβαλλόμενων κρατών-μελών τόσο για διάθεση πιστώσεων για τον σκοπό αυτό όσο και για παροχή ευνοϊκών φορολογικών μέτρων για τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Στο πρώτο άρθρο αυτής της σύμβασης αναφέρεται ότι:

«η αρχιτεκτονική κληρονομιά θεωρείται ότι περιλαμβάνει:

  1. μνημεία: κάθε κατασκευή με όποια στοιχεία διακοσμητικά περιλαμβάνει, 
  2. αρχιτεκτονικά σύνολα: ομοιογενή σύνολα αστικών ή αγροτικών κατασκευών και 
  3. τόπους: σύνθετα έργα του ανθρώπου και της φύσης, μερικώς κτισμένα, τα οποία αποτελούν εκτάσεις τόσο χαρακτηριστικές και ομοιογενείς ώστε να μπορούν να οριοθετηθούν τοπογραφικά, 

και όλα αυτά να είναι σαφώς ξεχωριστά λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού ή τεχνικού τους ενδιαφέροντος».

Προτιμήσεις απορρήτου
Όταν επισκέπτεστε τον ιστότοπό μας, ενδέχεται να αποθηκεύει πληροφορίες μέσω του προγράμματος περιήγησής σας από συγκεκριμένες υπηρεσίες, συνήθως με τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να αλλάξετε τις προτιμήσεις απορρήτου σας. Λάβετε υπόψη ότι ο αποκλεισμός ορισμένων τύπων cookies μπορεί να επηρεάσει την εμπειρία σας στον ιστότοπό μας και στις υπηρεσίες που προσφέρουμε.